Σάββατο 21 Ιανουαρίου 2012

Ελλάδα – Οι επιπτώσεις της εξόδου από την ευρωζώνη



Του Αθανάσιου Λαδόπουλου

Κάποτε ήταν ενδεχόμενο και πλέον έχει γίνει πιθανότητα, με τις μεγάλες τράπεζες και τις διεθνείς εταιρείες να φτιάχνουν σενάρια και να αναλύουν τους κινδύνους αναφορικά με την έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη και την παραδοχή μιας πλήρους διάλυσης του ευρώ.

Σε μια προσπάθεια να χυθεί άπλετο φως σε ένα θέμα που μπορεί να γίνει αντικείμενο ευρείας συζήτησης, θέλω να αναλύσω τα σενάρια βάσει των οποίων μια χώρα μπορεί να αποκλίνει από το ευρώ και τις συνέπειες μιας τέτοιας κίνησης.

Με απλά λόγια, μια χώρα δεν μπορεί να βγει από το ευρώ και να παραμείνει στην ΕΕ. Τουλάχιστον όπως είναι σήμερα τα πράγματα, ο μόνος τρόπος που μπορεί αυτό να συμβεί είναι να κάνει χρήση του άρθρου 50 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στη συνέχεια να υποβάλει εκ νέου αίτηση, όμως απαιτούνται ειδικές συνθήκες που αποκλείουν την συμμετοχή στο ευρώ, όπως στην περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου. Μια τέτοια κίνηση θα απατούσε χρονοβόρες διαπραγματεύσεις με άλλα κράτη μέλη και ενδεχομένως την επικύρωση των συνθηκών της ΕΕ. Επιπλέον θα αποτελούσε ριψοκίνδυνη απόφαση, καθώς η τήρηση των σημερινών κριτηρίων της ΕΕ μπορεί να ήταν αδύνατη, και μεγάλη η πιθανότητα ενός βέτο από κάποιο κράτος μέλος. Ωστόσο είναι κοινά αποδεκτό ότι, με δεδομένη τη φύση του γεγονότος, μια ομόφωνη απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που είναι αρμόδιο για τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς, θα είναι επαρκής.

Εναλλακτικά η Ελλάδα θα μπορούσε να αποφασίσει να χρησιμοποιήσει τα άρθρα της Συνθήκης της Βιέννης. Στη συνέχεια, θα είναι σε θέση να εγκαταλείψει το ευρώ και να παραμείνει στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το άρθρο 62 της Συνθήκης της Βιέννης εμπεριέχει το δικαίωμα του κράτους να αποσυρθεί από μία συνθήκη, λόγω σημαντικών και απρόβλεπτων αλλαγών, συγκριτικά με την περίοδο που η χώρα υπέγραψε την Συνθήκη.

Επίσης, το άρθρο 61 επιτρέπει σε μια χώρα να δικαιολογήσει τη μονομερή αποχώρηση από τη Συνθήκη, όταν το κράτος θεωρεί αδύνατη την τήρηση ορισμένων υποχρεώσεων της.

Η Ελλάδα θα υπερασπιστεί τη χρήση του άρθρου 62 για μείωση της ανταγωνιστικότητας εξαιτίας της δυναμικής του ευρώ και της ύφεσης που έχει παραλύσει την παραγωγική ικανότητά της και, συνεπώς, της οικονομίας και του επιπέδου ζωής των πολιτών της. Σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς αυτούς, οι αντισυμβαλλόμενοι της Ελλάδας στην Ευρώπη θα προφασιστούν ότι η Ελλάδα απολαμβάνει απλά τους καρπούς της ανεύθυνης δημοσιονομικής πολιτικής του παρελθόντος και ότι η σημερινή λιτότητα είναι το αποτέλεσμα του «φαρμάκου» που απαιτείται για να φέρει πίσω στην χώρα τη σταθερότητα. Η Ελλάδα κατά πάσα πιθανότητα θα υπερασπιστεί τον εαυτό της προφασιζόμενη το άρθρο 61 και ότι το σημερινό μακροοικονομικό περιβάλλον εμποδίζει την εκπλήρωση των υποχρεώσεών της και έτσι αναπόφευκτα την αδυναμία της να συμμορφωθεί με αυτές, ώστε να είναι μέλος της ευρωζώνης.

Όλα τα παραπάνω είναι δυνατό να συμβούν, αλλά μπορούν εύκολα να παρερμηνευτούν, αν αναλογιστεί κανείς τη Γαλλία, τη Ρουμανία και τη Μάλτα, τρεις χώρες που δεν έχουν επικυρώσει τη Συνθήκη της Βιέννης για το Δίκαιο των Συνθηκών, ενώ ταυτόχρονα η ΕΚΤ υποστηρίζει την άποψη ότι το κοινοτικό δίκαιο της ΕΕ είναι πολύ διαφορετικό από το Διεθνές Δίκαιο και, συνεπώς, η σύμβαση της Βιέννης για το Δίκαιο των Συνθηκών είναι ανεφάρμοστη.

Στην περίπτωση της Ελλάδας, η κατάσταση περιπλέκεται, καθώς η πλειοψηφία των υπολοίπων χωρών της ΕΕ, θα διατηρήσει το ευρώ ενώ η Ελλάδα ενδέχεται να επιλέξει ένα νέο νόμισμα, δηλαδή τη «νέα δραχμή». Αυτό αναπόφευκτα σημαίνει ότι τυχόν χρέος που διακρατείται στην Ελλάδα σε ευρώ, θα πρέπει να μετατραπεί σε «νέα δραχμή». Η κατάσταση γίνεται ακόμη πιο περίπλοκη καθώς η «νέα δραχμή» αναμένεται να υποτιμηθεί και θα συνεχίσει να υποτιμάται και μετά την μετατροπή. Με απλά λόγια, οι χρηματικές απαιτήσεις που ανήκουν σε άλλες ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες, τνη ΕΚΤ, τις ιδιωτικές τράπεζες και τα ταμεία, θα εκτιναχτούν αν η «νέα δραχμή» χάσει την αξία της. Η Ελλάδα δεν είναι σε θέση να περάσει με επιτυχία από μια «νομισματική επίθεση» και θα χρειαστεί να πληρώσει για τις εισαγωγές της σε «σκληρά νομίσματα», δηλαδή ευρώ, δολάριο κλπ. - σήμερα εισάγει 4 φορές περισσότερα από όσα εξάγει.

Το παραπάνω σενάριο -η μονομερής απόσυρση της Ελλάδας από το ευρώ- θα προκαλέσει:

- Το πάγωμα του τραπεζικού συστήματος, με αποτέλεσμα την άμεση διακοπή της ρευστότητας προς τις ελληνικές τράπεζες και το κράτος. Η δράση αυτή θα πραγματοποιηθεί ταχύτατα, καθώς οι αγορές θα αισθανθούν το αποτέλεσμα της κίνησης και ο φόβος θα επικρατήσει.

-Δυνητικά άμεση πτώχευση της ελληνικής κεντρικής τράπεζας και όλων των εγχώριων, καθώς και σημαντικές απώλειες σε διάφορες ευρωπαϊκές ιδιωτικές και κεντρικές τράπεζες, στο ΔΝΤ και την ΕΚΤ, καθώς επίσης και σε διάφορα hedge funds και άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τράπεζες μέσω της άμεσης και έμμεσης έκθεσης τους (CDS). Αρκετές από τις ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να αναδιαρθρώσουν τα κεφάλαια τους από τις κυβερνήσεις τους, όπως κάνει η ΕΚΤ, λόγω της χρεοκοπίας της ελληνικής κεντρικής τράπεζας και τα ελληνικά ομόλογα θα τροφοδοτήσουν άλλες κεντρικές ευρωπαϊκές τράπεζες που είναι μέτοχοι της ΕΚΤ. Αυτό, πέρα από την άμεση έκθεσή τους στο ελληνικό δημόσιο χρέος.

-Το ελληνικό κράτος θα προχωρήσει σε άμεσο πάγωμα των καταθέσεων σε όλες τις ελληνικές τράπεζες για να αντιμετωπίσει το φαινόμενο που έιναι γνωστό ως «run on the banks».

-Θα παγώσει τα αποθεματικά σε ευρώ των τοπικών τραπεζών και της κεντρικής – με εξαίρεση τους λογαριασμούς των μην μόνιμων κατοίκων.

-Θα μετατρέψουν τα αποθεματικά τραπεζών και πολιτών στο νέο νόμισμα με «κλειδωμένη» ισοτιμία, ενώ θα εμποδίζουν οποιαδήποτε μεταφορά λογαριασμών από τη «νέα δραχμή» σε ευρώ, εντός ή εκτός της χώρας.

-Οποιοσδήποτε διατραπεζικός δανεισμός εντός του κράτους θα μετατραπεί σε «νέα δραχμή», με σταθερό επιτόκιο, αλλά ο περαιτέρω δανεισμός θα λάβει κυμαινόμενο επιτόκιο. Η Κεντρική Τράπεζα θα παρέχει ρευστότητα σε νέο νόμισμα στις εγχώριες τράπεζες.

-Στη συνέχεια θα κινηθεί προς την ανάληψη όλων των ελληνικών τραπεζών, σε μια προσπάθεια για τη σταδιακή αποκατάσταση της ρευστότητας και της εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα.

-Μια νέα νομισματική και δημοσιονομική πολιτική θα υιοθετηθεί για να ταιριάξει στην δεδομένη κατάσταση της οικονομίας. Παραδείγματος χάριν, η Κεντρική Τράπεζα ενδέχεται να εκτυπώσει χρήμα για να υποστηρίξει τις εγχώριες τράπεζες και να αγοράσουν κρατικά ομόλογα. Αναπόφευκτα, ακολουθώντας τις ενέργειες της Fed, ωστόσο, με περιορισμένο έλεγχο στην επακόλουθη αύξηση του πληθωρισμού.

-Θα επιβάλει περιορισμούς στη διακίνηση κεφαλαίων και θα κλείσει τα σύνορα για κάποιες μέρες ή εβδομάδες προκειμένου να αποφύγει μίας εκτός ελέγχου φυγή κεφαλαίων.

-Όλα τα χρέη (δάνεια, μισθοί, συνταξιοδοτικές εισφορές, ασφάλειες υγείας, λογαριασμοί, κλπ) θα μετατραπούν στη «νέα δραχμή» στην αρχική ισοτιμία.

-Θα τυπώσει το νέο της νόμισμα, ενώ θα επιβάλλει ελέγχους για την μετατροπή του νομίσματος, εντός των ελληνικών συνόρων, και θα ορίσει μια συγκεκριμένη προθεσμία για την μετατροπή όσων έχουν την ένδειξη «€» σε «νέα δραχμή» με μία μεταβλητή ή σταθερή ισοτιμία.

- Οι τοπικές αγορές χονδρικής και λιανικής θα αναγκαστούν από το νόμο να δεχτούν το «νέο νόμισμα» ή το σφραγισμένο «ευρώ» μέχρι να ολοκληρωθεί η μετάβαση στις νέες συνθήκες.

-Μια αγορά συναλλάγματος θα δημιουργηθεί μόλις η «νέα δραχμή» δοθεί στην κυκλοφορία.

- Η ΕΚΤ, σε αντίθεση με τα αυτό που αναμένουν οι περισσότεροι, κατά πάσα πιθανότητα θα συνεχίσει να παρέχει μεγαλύτερη ρευστότητα στην ελληνική κεντρική τράπεζα – δεν συμφέρει κανέναν να δει κοινωνικές αναταραχές εκτός ελέγχου στην Ελλάδα. Η πλήρης εγκατάλειψη της Ελλάδας, πιθανόν θα δημιουργούσε ντόμινο σε Πορτογαλία και άλλες περιφερειακές οικονομίες, όπου οι πολίτες αυτών των χωρών θα τρέξουν να αποσύρουν τα ευρώ τους από τις τράπεζες τους, δημιουργώντας ένα «run on their banks».

Για να είναι επιτυχημένη η μετάβαση από το ευρώ στη «νέα δραχμή», τουλάχιστον όσον αφορά το ελληνικό χρέος και σίγουρα όχι προς όφελος των πιστωτών, θα πρέπει να συμβεί ένα από τα παρακάτω σενάρια:

i) το συνολικό χρέος να μετατραπεί σε «νέα δραχμή» ή ii) το μεγαλύτερο μέρος του χρέους, αν όχι όλο, να διαγραφεί.

Στο πρώτο σενάριο το καθαρό όφελος για την Ελλάδα είναι συζητήσιμο, καθώς η μετατροπή θα πραγματοποιηθεί σε προκαθορισμένη ισοτιμία και δεδομένης της αδυναμίας της Ελλάδας να υπερασπιστεί τη «νέα δραχμή», οι συνομιλίες θα διογκώσουν το χρέος. Η μόνη διέξοδος από το βάρος του χρέους της θα είναι να επιτρέψει στον πληθωρισμό να φτάσει σε διψήφιο αριθμό για αρκετά χρόνια. Ο υψηλός πληθωρισμός, αν και θα μπορούσε να οδηγήσει την Ελλάδα εκτός χρέους, θα οδηγήσει τη χώρα σε σοβαρή ύφεση και σε μείωση της παραγωγής και υψηλούς φορολογικούς συντελεστές.

Το δεύτερο σενάριο θα είναι πιο ευνοϊκό για την Ελλάδα, αλλά όχι για τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες και αν δεν γίνει με προσυμφωνημένο τρόπο, θα μπορούσε να οδηγήσει άλλες ευρωπαϊκές χώρες να το αντιγράψουν, περιθωριοποιώντας την Ελλάδα, και θα αυξήσει σίγουρα την πιθανότητα διάλυσης του ευρώ, με την μορφή που είναι σήμερα γνωστό. Επιπλέον, μια τέτοια ενέργεια θα θεωρηθεί παράνομη από τα ευρωπαϊκά δικαστήρια και θα οδηγήσει σε αμέτρητες δικαστικές αποφάσεις κατά του ελληνικού κράτους και των ελληνικών επιχειρήσεων με τους ευρωπαίους εταίρους τους.

Ωστόσο υπάρχει πάντα ένα τρίτο σενάριο που επιτρέπει στις ελληνικές εγχώριες τράπεζες να δανείζονται απεριόριστα χρηματικά ποσά μέσω της αγοράς των repos από την ΕΚΤ με επιτόκιο 1%, και "καθοδηγούμενες" να αγοράσουν ομόλογα που εκδόθηκαν από το ελληνικό κράτος, ελαφρύνοντας έτσι την πίεση προς την ελληνική πολιτεία και μειώνοντας τις αποδόσεις τους. Παρόλο που αυτό το σενάριο δεν μπορεί να λύσει την εξάρτηση χρέους της Ελλάδας, μειώνει τον κίνδυνο.

Ό,τι και αν φέρνει το εγγύς μέλλον για την Ελλάδα και τους πολίτες της, να μην υποτιμούμε το πνεύμα αυτής της χώρας, που της επιτρέπει να επιβιώνει και να εξελίσσεται κάτω από τις πιο απειλητικές συνθήκες.

Τα χρόνια που θα ακολουθήσουν μπορεί να έχουν δυσκολίες, αλλά το μάθημα που πήρε θα οδηγήσουν σε μια ισχυρότερη και πιο ανταγωνιστική χώρα.

Οι Έλληνες θα αντιμετωπίσουν το δίκαιο βάρος τους με τα κεφάλια τους ψηλά και θα προχωρήσουν μπροστά.

* Ο κ. Αθανάσιος Λαδόπουλος είναι senior fund manager στην Swiss Investments Managers


Πηγή:www.capital.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου