* Του Παναγιώτη Σπυρόπουλου
Πολύς λόγος γίνεται τελευταία για την επιστροφή σε εθνικό νόμισμα (δραχμή, μνα, οβολό, όπως θέλετε πες τε το), οι πανεπιστημιακοί κύκλοι και ιδιαίτερα οι οικονομολόγοι έχουν διαλέξει στρατόπεδα, μέχρι και «απειλή» δημοψηφίσματος προέκυψε σ’ αυτό το έκτρωμα δημοκρατίας που βιώνουμε, με αυτό το θέμα.
Συνετό θα ήταν από δική μας σκοπιά, να βάλουμε κάποια πράγματα σε μια σειρά, απαντώντας σε διάφορα ερωτήματα, σχετικά με το ζήτημα αυτό, επιχειρώντας να διαλύσουμε τη λασπολογία που προσπαθούν με δόλιο τρόπο να ρίξουν τα Μέσα Μαζικής Εξημέρωσης και οι εκπρόσωποι τους (περισπούδαστοι «μαϊντανοί», ακαδημαϊκοί δάσκαλοι, μέχρι εκπαιδευμένα παπαγαλάκια «δήθεν» οικονομικοί συντάκτες και οικονομολογούντες) σχετικά με το ζήτημα της επιστροφής σε εθνικό νόμισμα, με απλά λόγια.
Είναι απαραίτητη η Μετάβαση σε Εθνικό Νόμισμα;
Η άσκηση της Οικονομικής Πολιτικής, σε μια ανεξάρτητη χώρα – σ’ ένα αυθύπαρκτο κράτος, έχει ως βασικά εργαλεία τηΝομισματική Πολιτική (έλεγχος κυκλοφορίας χρήματος, επιτόκιο) και τη Δημοσιονομική Πολιτική (Φόροι, Δημόσιες Δαπάνες, Δημόσιος Δανεισμός). Τα 2 αυτά μακροοικονομικά εργαλεία είναι, θα μπορούσαμε να πούμε, οργανικά δεμένα, αφού η ύπαρξη του ενός προϋποθέτει και συνεπικουρεί τη λειτουργία του άλλου.
Σε περιόδους χαμηλής ζήτησης, ύφεσης ή στασιμότητας της οικονομίας, η κράτος χρηματοδοτεί τις δημόσιες επενδύσεις ΌΧΙ από την αύξηση των φόρων, αλλά από την αύξηση της ποσότητας χρήματος που κυκλοφορεί στην οικονομία μέσω έκδοσης νέου χρήματος (εσωτερικός δανεισμός), με απώτερο στόχο να αναζωογονηθεί και να αναταθεί η εγχώρια οικονομία.
Χρηματοδοτεί δηλαδή τα όποια ελλείμματα και παράλληλα μειώνονται τα επιτόκια δανεισμού, γεγονός που δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για επενδύσεις και περεταίρω ανάπτυξη.
Με την εισαγωγή στο Ευρώ όμως, ως εθνικό κράτος απωλέσαμε τη δυνατότητα της Νομισματικής Πολιτικής, αφού η ποσότητα χρήματος που κυκλοφορεί (έτερο)καθορίζεται από την ΕΚΤ και τα κράτη – μέλη δεν έχουν τη δυνατότητα να «χρηματοδοτήσουν» τα όποια ελλείμματά τους, παρά μόνο με το εναπομείναν «εργαλείο» αυτό της Δημοσιονομικής Πολιτικής, δηλαδή με την αύξηση των Φόρων, τη μείωση των Δημοσίων Δαπανών (κατακερματισμός κοινωνικού κράτους) και τον εξωτερικό δανεισμό.
Αποκορύφωμα τέτοιων πολιτικών, οι οποίες οδήγησαν στη παρούσα κατάσταση, ήταν η δεκαετία του ευρώ που η Ελλάδα δανείστηκε περίπου 490δις ευρώ από τις «φιλεύσπλαχνες» αγορές, για να αποπληρώσει κυρίως τα εξωτερικά της ελλείμματα – χρέη (υποχρεώσεις σε τόκους, τοκοχρεολύσια), αφού επί των κυβερνήσεων Σημίτη και την είσοδό μας στην ΟΝΕ, το εσωτερικό χρέος της χώρας μετατράπηκε σε εξωτερικό.
Χωρίς δηλαδή το μέσο που ονομάζεται Νομισματική Πολιτική, ένα κράτος είναι πραγματικά ακρωτηριασμένο, αφού καλείται σε ένα διεθνές (κι ενοποιημένο) ανταγωνιστικό περιβάλλον να ανταγωνιστεί «αρτιμελή» μεγαθήρια!
Επιπλέον η νομισματική διαχείριση της ποσότητας χρήματος που εκδίδεται από την ΕΚΤ, ενισχύει περισσότερο τα ελλείμματα που παρουσιάζουν στο κυκλοφορούν ενεργητικό τους οι ιδιωτικές τράπεζες και δε διοχετεύονται στην πραγματική οικονομία, αφού η στρόφιγγα των δανειοδοτήσεων έχει κλείσει από αυτές.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μόνο σε 5 μήνες η ΕΚΤ έχει ενισχύσει με περίπου 1,5 τρις ευρώ τη ρευστότητα του ευρωπαϊκού ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ τραπεζικού συστήματος.
Δε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι κράτη που έχουν δικό τους νόμισμα και οι κυβερνήσεις τους έκαναν γενναίες προσπάθειες να απαλλαχτούν από μνημόνια (συμφωνίες με ΔΝΤ), μη αναγνωρίζοντας ολόκληρο ή ένα μέρος του χρέους τους, ορθοπόδησαν επειδή ακριβώς είχαν εθνικό νόμισμα και μπόρεσαν να επανεκκινήσουν την οικονομία τους πολύ γρήγορα (όπως η Αργεντινή και σαφώς η Ισλανδία), αφού ιδιαίτερα το πρώτο διάστημα οι συντάξεις, οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων και γενικότερα οι πιο απαραίτητες δημόσιες δαπάνες «χρηματοδοτήθηκαν» αποκλειστικά από την έκδοση νέου χρήματος, χωρίς η «ένεση» αυτή στην οικονομία να επιφέρει πληθωριστικές πιέσεις!
Έξοδος από την Ο.Ν.Ε. σημαίνει «εσωστρέφεια», αποκλεισμό και μαρασμό της ελληνικής οικονομίας;
Σε καμία περίπτωση. Το να μπορεί ένα κράτος να χρηματοδοτεί τα ελλείμματα του κι ιδιαίτερα τα εσωτερικά, μη στηριζόμενο σε εξωτερικούς τρόπους δανεισμού, όπως τις «αγορές», γιατί να αποτελεί εσωστρέφεια; Το να είμαστε στην Ε.Ε. με ενιαίο νόμισμα, η οποία δε διαχειρίζεται το χρέος όλων των λαών μέσα στους κόλπους της, ως θα όφειλε, αλλά τους δημιουργεί μεγαλύτερες δανειακές ανάγκες, σε τι ωφελεί;
Το γεγονός ότι θα έχουμε ένα υποτιμημένο, αρκετά μάλιστα υποτιμημένο νόμισμα σε σχέση με το δολάριο ή το μάρκο ακόμα και με το ευρώ γιατί να μας τρομάζει;
Η «αίγλη» του ισχυρού ευρώ σε μια ακρωτηριασμένη παραγωγικά χώρα, η οποία λόγω του «σκληρού» αυτού νομίσματος, εξοστράκισε πρωτογενή, δευτερογενή παραγωγή – μεταποίηση, αλλά και τον τομέα των υπηρεσιών, με συρρίκνωση των εξαγωγών, ικανοποίηση της εγχώριας κατανάλωσης σχεδόν αποκλειστικά από τις εισαγωγές και έντονες πληθωριστικές πιέσεις από την αρχή εμφάνισης του ευρώ, σε τι τελικά θα ωφελήσει την οικονομία μας μελλοντικά, για πιο λόγο, δηλαδή, να συνεχίσουμε να είμαστε εντός ενός χρηματοοικονομικού περιβάλλοντος που μας οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε περεταίρω κοινωνικο - οικονομική εξαθλίωση;
Η υιοθέτηση εθνικού νομίσματος, ελεγχόμενο από μια Κρατική Ελληνική Τράπεζα (κι όχι από την ΙΔΙΩΤΙΚΗ Τράπεζα της Ελλάδος), σημαίνει παράλληλα θωράκιση και (χρησιμοποιώντας έναν αδόκιμα οικονομικό όρο) «εξωστρέφεια» στην ελληνική οικονομία, παρά εσωστρέφεια, όπως ισχυρίζονται οι αδαείς οικονομολούντες ή τα παπαγαλάκια – υπάλληλοι της τρόικα, θέτοντας έτσι ψευτοδιλήμματα και αυταπάτες στον απλό κόσμο.
Ένα ευέλικτο και σε γενικές γραμμές υποτιμημένο εθνικό νόμισμα, με φορολογική πολιτική που να δίνει κίνητρα σε μικρές επιχειρήσεις, όπου η Ελλάδα έχει συγκριτικό πλεονέκτημα (γεωργία, αλιεία, τουρισμός, βυρσοδεψία κλπ) κι ιδιαίτερα σε μικρές επιχειρήσεις, με ένα δίκαιο πρόγραμμα επιχορηγήσεων, θα είχαμε σε πρώτο επίπεδο τη δυνατότητα να ανατάξουμε την οικονομία μας και εν συνεχεία με ένα πλαίσιο ισχυρών αντικινήτρων για εισαγωγές (δασμοί κλπ) να εξάγουμε με απόλυτη επιτυχία!
Δε θα πρέπει να φοβίζεει η λέξη δασμός! Άλλωστε, στην αρχαία Ελλάδα όταν ο Σόλωνας πραγματοποίησε τη «Σεισάχθεια», πρώτο του μέλημα ήταν η ανάταξη της εγχώριας οικονομίας βάζοντας μεγάλους δασμούς στις εισαγωγές (ως αντικίνητρο), με παράλληλη υποτίμηση του Αθηναϊκού νομίσματος.
Ενδεικτικό είναι ότι ο πρόεδρος της Γαλλίας Νικ. Σαρκοζί, στα πλαίσια της προεκλογικής του εκστρατείας (αλλά μόνο υπό τέτοιες περιστάσεις λέγονται κι ορισμένες αλήθειες) προ ‘λίγων ημερών, είπε χαρακτηριστικά ότι θα έπρεπε η ΕΚΤ να προχωρήσει σε υποτίμηση του ευρώ, προκειμένου να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα της γαλλικής οικονομίας και να αυξηθούν οι εξαγωγές της.
Σε γενικές γραμμές, η φιλολογία που δημιουργείται περί εσωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας και μαρασμού της, δεν είναι τίποτε άλλο από στυγνή προπαγάνδα των εντολοδόχων της τρόικας, του ΔΝΤ και των τραπεζικών συμφερόντων, που βλέπουν ότι το τραπεζικό σύστημα έχει φτάσει σε αδιέξοδο και θέλουν να κεφαλαιοποιήσουν τις ζημιές και τα μη ρευστοποιήσιμα κέρδη τους, υφαρπάζοντας και μετοχοποιώντας κράτη, τις πλουτοπαραγωγικές τους πηγές και το ανθρώπινο κεφάλαιο τους, μετατρέποντας τα σε σύγχρονες δουλοπαροικίες τοκογλυφικών χρεών.
Η ίδια ακριβώς προπαγάνδα αναπτύχθηκε και σε άλλα κράτη, όπου πέρασε το ΔΝΤ, όμως εδώ έχει μπει ένα επιπλέον δίλλημα στο λαό (που δεν υπήρχε σε άλλα κράτη), αυτό του εθνικού νομίσματος (όπου στην περίπτωση της Αργεντινής υπήρχε το πέσο που ήταν συνδεδεμένο με το δολάριο, δηλ έπαιζε αντίστοιχο ρόλο με το «σκληρό» ευρώ, αλλά υπήρχε τουλάχιστον σε μετέπειτα περίοδο δυνατότητα άσκησης νομισματικής πολιτικής).
Μπορούμε να διαχειριστούμε καλύτερα το υπάρχον χρέος, υιοθετώντας εθνικό νόμισμα;
Η απάντηση είναι σαφώς αρνητική. Ο ρυθμός που αυξάνεται το ελληνικό χρέος είναι φρενήρης και το μέγεθός του είναι τεράστιο, σύμφωνα με τις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας και κάτω από οποιεσδήποτε νομισματικές συνθήκες (ευρώ ή δραχμή) δε μπορεί να καταστεί ελέγξιμο και διαχειρίσιμο.
Σε περίπτωση που, αν επιστρέψουμε σε εθνικό νόμισμα με τις υπάρχουσες τοκογλυφικές δανειακές απαιτήσεις (ήδη κυκλοφορεί ως σενάριο σε πολιτικούς και οικονομικούς κύκλους), το πιο βέβαιο είναι το νόμισμα αυτό να καταστεί πληθωριστικό πέραν του δέοντος, όπως η δραχμή του Ράλλη, η τουρκική υπερπληθωριστική λίρα επί ΔΝΤ, το αργεντίνικο πέσο (όπου οι τιμές μετά τη χρεοκοπία άλλαζαν 2 φορές μέχρι να φτάσεις από το ράφι στο σούπερ μάρκετ), τα νομίσματα αφρικανικών χωρών που είναι βέβαια αποικίες των «μεγάλων δυνάμεων» του κεφαλαίου κλπ.
Υποχρέωση μιας τίμιας και γενναίας ελληνικής κυβέρνησης «του αύριο» και του λαού είναι, πέρα από την υιοθέτηση εθνικού νομίσματος, αλλά και η μονομερής διαγραφή του παράνομου χρέους. Η διαγραφή του χρέους είναι απαραίτητη προϋπόθεση προκειμένου να περάσουμε σε εθνικό νόμισμα, αλλά και το αντίστροφο.
Σε περίπτωση δηλαδή που διαγραφεί το ελληνικό χρέος, αλλά παραμείνουμε στο ευρώ, η ελληνική οικονομία, μη ελέγχοντας τη κυκλοφορία χρήματος, προσδιορίζοντας η ίδια τις νομισματικές τις ανάγκες κι έχοντας ως γενικό δερβέναγα την ΕΚΤ, να τυπώνει όσο θέλει και να το διοχετεύει κυρίως στις τράπεζες, όπως κάνει μέχρι σήμερα, αλλά και συνάμα μια Ε.Ε. που να κατευθύνει την παραγωγική δραστηριότητα σε κάθε κράτος μέλος κατά το δοκούν, πάλι θα διολισθήσουμε στο φαύλο κύκλο δανεισμού, όπως έγινε τις 2 προηγούμενες δεκαετίες και θα βρεθούμε σε παρόμοια κατάσταση σε λίγα χρόνια πάλι.
Επομένως, για να προβούμε σε υιοθέτηση εγχώριου νομίσματος, θα πρέπει να προβούμε σε: ΜΟΝΟΜΕΡΗ ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΤΟΚΟΓΛΥΦΙΚΟΥ ΧΡΕΟΥΣ
Η μετάβαση σε εθνικό νόμισμα θα επιφέρει την απόλυτη χρεωκοπία και τον αποκλεισμό της χώρας;
Η άποψη αυτή κι αν είναι αποκύημα προπαγάνδας, από τους «δήθεν» ειδικούς που θέλουν να μας σώσουν μέσω της ευρωπαϊκής συνταγής. Μέσα στο ευρώ και με το χρέος να τρέχει με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, ο λαός χρεοκοπεί, εξαθλιώνεται και χάνει κάθε ελπίδα για ανάκαμψη σε βάθος 20ετίας τουλάχιστον! Η ίδια η τρόικα στις προβλέψεις ισχυρίζεται ότι το 2020 η ελληνική οικονομία, αν τηρηθούν όλες οι δεσμεύσεις ξεπουλήματος και διάλυσης της κοινωνίας, το χρέος θα πέσει στο 120% του ΑΕΠ.
Το ότι θα υπάρξει μια μεταβατική περίοδος (περίπου 6 μήνες), όπου θα χρειαστεί να ανασυνταχθεί η οικονομία, να κοπεί νέο νόμισμα και να δημιουργηθούν οι βάσης για την ενεργοποίηση του συστήματος, αυτό θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο, όπως και οι αντικειμενικές αρχικές δυσκολίες αυτής της μεταβατικής περιόδου, όπως την παροχή κάποιων αγαθών με δελτίο (πχ η βενζίνη). Μέτα όμως από αυτό το μικρό χρονικό διάστημα τα πράγματα θα γίνουν σαφώς καλύτερα και η κατάσταση θα ομαλοποιηθεί, αφού θα επέλθουν διακρατικές συμφωνίες σε όλα τα επίπεδα.
Όμως, μπροστά στη δημιουργία νέων ελπιδοφόρων δεδομένων, ένα 6μηνο δεν λογίζεται ως μεγάλη περίοδος προσαρμογής, αν λάβουμε υπόψη μας ότι μέσα στην ευρωζώνη και με τέτοιο χρέος που έχουν φορτώσει στις πλάτες τους λαού οι τραπεζίτες και οι ντόπιοι δοσίλογοι πολιτικοί, η Ελλάδα έχει χρεοκοπήσει ήδη και από όλες τις απόψεις:
- Οι αγορές έχουν εκλάβει το κούρεμα ως ελεγχόμενη χρεοκοπία
- Η κοινωνία μαραζώνει, εξαθλιώνεται και πτωχαίνει μέρα με τη μέρα,με τη διαιώνιση για πολλά χρόνια αυτής της άρρωστης κατάστασης, σε αυτό το αφιλόξενο ευρωπαϊκό περιβάλλον των τραπεζών
Το μόνο που μένει είναι να τραβήξουν «την πρίζα» της ασύντακτης χρεοκοπίας, δηλώνοντας αδυναμία και παύση πληρωμών, όταν θα δουν ότι η λαϊκή οργή έχει φτάσει στα όρια της, με σκοπό να μας εξαθλιώσουν πλήρως και να ξεπουλήσουν τα «ασημικά» του τόπου σε χρόνο dt (το σχέδιο «αξιοποίησης» - ξεπουλήματος είναι ήδη έτοιμο).
Τι είδους ασφάλεια μας παρέχει το ευρώ; Μάλλον ότι πτωχεύουμε ή πτωχεύσαμε έτσι κι αλλιώς με το ευρώ, από ότι έχει δείξει η μέχρι τώρα πορεία των πραγμάτων. Τι θα μπορούσαμε να πούμε στους πολιτικάντηδες που κινδυνολογούν, σπέρνοντας το φόβο στο κόσμο σχετικά με ενδεχόμενη επιστροφή στη δραχμή;;
Ότι είναι καλύτερα να πτωχεύσω και να ζητιανεύω ευρώ στο δρόμο, παρά να ζω λιτά, με 5 δραχμές στη τσέπη, που λέει ο λόγος, αλλά αξιοπρεπώς σε μια χώρα ελεύθερη κι ειρηνική; Γιατί να τους πιστέψουμε τώρα ότι θα μας σώσουν με το ευρώ, αφού είναι οι ίδιοι που μας κατέστρεψαν, επίσης με ευρώ;
Επομένως, δεν υπάρχει δίλλημα ευρώ - δραχμή. Η ανατροπή του σάπιου πολιτικού συστήματος για τον όποιο νοήμονα και σκεπτόμενο άνθρωπο – πολίτη και όχι υπήκοο κάποιου προτεκτοράτου του νότου, θα πρέπει να είναι αυτοσκοπός, με όραμα ένα καλύτερο αύριο σε μια ελεύθερη κι ανεξάρτητη Ελλάδα, η οποία θα οικοδομεί σχέσεις φιλίας με τους λαούς και όχι με τους διεθνείς τοκογλύφους – τραπεζίτες και η μονομερής διαγραφή του χρέους με ταυτόχρονη διαδικασία υιοθέτησης εθνικού νομίσματος, βασικό πρωταγμα του αγώνα του.
Όποιος οικονομολόγος, θεωρεί μονόδρομο την Ε.Ε. και χρήζεται υπέρμαχος του ενιαίου νομίσματος, τότε θα πρέπει να ξεκινήσει τη μελέτη της οικονομικής θεωρίας (η οποία είναι κοινωνική επιστήμη κι όχι επιστήμη των αριθμών, των μοντέλων και των αριστοποιήσεων) από άλλη βάση, σε αντίθετη περίπτωση, μάλλον θα πρέπει να θεωρηθεί το λιγότερο ύποπτος. Η ιστορία ας κρίνει βέβαια… μέχρι στιγμής όμως το ευρώ και η λογική του ως νόμισμα, δεν είναι παρά ένα σαθρό οικοδόμημα με απώτερο στόχο να οδηγήσει τους λαούς της Γηραιάς Ηπείρου στην απόλυτη εξαθλίωση και χειραγώγηση, δέσμιους ανύπαρκτων χρεών.
* Παναγιώτης Σπυρόπουλος, Οικονομολόγος, MSc.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου