Δεν καταλαβαίνω την πρεμούρα του ΣΥΡΙΖΑ να υποστηρίξει τον νόμο
Ρουπακιώτη στον βαθμό
που πρόκειται για τον
νόμο Μιλτιάδη Παπαϊωάννου (κι αργότερα Καστανίδη), εις ό,τι αφορά την
ελεύθερη διακίνηση των ιδεών ή αντιθέτως περί τη φραγή εναντίον
ορισμένων απ’ αυτές,
έστω για λόγους ανωτέρας βίας υπέρ του καλού και του ωφέλιμου.
που πρόκειται για τον
νόμο Μιλτιάδη Παπαϊωάννου (κι αργότερα Καστανίδη), εις ό,τι αφορά την
ελεύθερη διακίνηση των ιδεών ή αντιθέτως περί τη φραγή εναντίον
ορισμένων απ’ αυτές,
έστω για λόγους ανωτέρας βίας υπέρ του καλού και του ωφέλιμου.
Περισσότερα: http://www.antibaro.gr/article/8323, Ἀντίβαρο
Περισσότερα: http://www.antibaro.gr/article/8323, Ἀντίβαρο
Ο δρόμος προς την κόλαση είναι στρωμένος με τις καλύτερες προθέσεις και το καλό όταν μετέρχεται μεθόδους του κακού για να κατισχύσει γίνεται κακό το ίδιο – κοινώς, ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα. Με τον νόμο Ρουπακιώτη διατρέχει κίνδυνο η έκφραση γνώμης. Μια γνώμη μπορεί να είναι λάθος ή επικίνδυνη ή ηλίθια ή απάνθρωπη. Εχει δικαίωμα όμως να εκφρασθεί. Και μια άλλη γνώμη σωστή ή έξυπνη ή ωφέλιμη ή ανθρωπιστική να την αντικρούσει. Αν μπορεί. Και πάντως η έκβαση της σύγκρουσης των γνωμών ή των ιδεών δεν μπορεί να αποφασίζεται στα δικαστήρια. Αποφασίζεται στην πολιτική, αφορά τη φιλοσοφία, την ηθική και τις ιδεολογίες. Κι όχι τον ποινικό κώδικα.
Ποινικό κώδικα εναντίον των ιδεών καθιέρωσαν, στη νεότερη ιστορία, και χρησιμοποίησαν μόνον οι φασίστες και κατά παρέκβασιν οι κομμουνιστές στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού – με τα γνωστά θλιβερά αποτελέσματα.
Τα «εγκλήματα γνώμης», όπως στη Γαλλία καθιέρωσε ο νόμος Γκεϋσώ κι άλλοι προγενέστεροι νόμοι στη Γερμανία (λόγω του ναζιστικού παρελθόντος της), αποτελούν μια γοτθική, μπρουτάλ, συσκότιση της διαφοράς μεταξύ της σκέψης και της πράξης. Η πράξη δικάζεται, η σκέψη ποτέ. Μπορεί να έχει σκεφτεί κάποιος χίλιες φορές να σκοτώσει τον πατέρα του, αν όμως δεν το διαπράξει, δεν δικάζεται. Η σκέψη, η σκοτεινή σκέψη, η φωτεινή σκέψη, κρίνεται, αλλά δεν δικάζεται. Δικάζεται μόνον η πράξη. Και κατά την εκδίκαση της πράξης, όταν είναι αξιόποινη, δικάζεται και η σκέψη που την προκάλεσε (του ίδιου του υποδίκου ή η τυχόν ηθική αυτουργία άλλων) – αλλά αφού έχει συντελεσθεί η πράξη. Αφού πρώτα υπάρξει σώμα εγκλήματος. Ποτέ πριν!
Προληπτική δίκη της σκέψης για να μη γίνει η πράξη, είναι τόσο γελοία, όσον η προληπτική επιστράτευση των καθηγητών, στην οποία προ ημερών κατέφυγε η κυβέρνηση – για να φέρουμε ένα μόνον παράδειγμα.
Ο νόμος Ρουπακιώτη ενοχοποιεί τις ιδέες, τη γνώμη, ακόμα και την ιστορική έρευνα, όταν θεωρεί την παρότρυνση προς εχθροπάθεια (τι γελοίος βαρβαρισμός, άκρως α-νόητος) ποινικώς κολάσιμη, βάζοντας έτσι την εικασία για το αποτέλεσμα μιας σκέψης ως εμπράγματη απόδειξη μιας πράξης που δεν έχει ακόμα συντελεσθεί. Καφκικό! Τουλάχιστον.
Η προσέγγιση αυτή αποδεικνύεται πόσο γελοία κι επικίνδυνη είναι από το γεγονός ότι ο νόμος Γκεϋσώ στη Γαλλία είχε πέσει πλέον σε ανυποληψία. (Αφού πρώτα προκάλεσε ζημιά και ζημιά.) Συχνά οι δικαστές τιμωρούν με πρόστιμο… ένα ευρώ τα θύματα αυτού του νόμου, άτινα σύρονται στα δικαστήρια για τις ιδέες τους, ή για την τρέλα τους, ή για την κακία τους ή για τις επιστημονικές τους έρευνες, κι ύστερα τα στέλνουν σπίτι τους. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο νόμος αυτός δεν τρομοκρατεί ακόμα.
Για παράδειγμα στη Γαλλία η αμφισβήτηση του Ολοκαυτώματος είναι ποινικό αδίκημα! Η αλήθεια όμως ή όχι σε ένα ιστορικό ζήτημα δεν μπορεί ποτέ να είναι θέμα νομικής απόφανσης, αλλιώς ο ήλιος θα εκινείτο ακόμα γύρω απ’ τη Γη και ο Αρίσταρχος θα είχε καεί στην πυρά. Μπορεί κάποιος ηλίθιος ή φασίστας να πιστεύει ότι το Ολοκαύτωμα δεν έγινε, ότι ο βομβαρδισμός της Δρέσδης ήταν έγκλημα πολέμου ή ότι η Γενοκτονία των Ποντίων υπήρξε μόνον στη φαντασία των 350.000 θυμάτων της.
Εφ’ όσον οι εν λόγω απόψεις δεν τον οδηγήσουν σε αξιόποινες πράξεις, έχει κάθε δικαίωμα στην πλάνη του. Κατά το γνωστόν λαϊκόν σοφόν, «άσ’ τον τρελό στην τρέλα του». Αν χωρίς να κάνει κάτι συλληφθεί, αυτοί που τον συλλαμβάνουν είναι φασίστες. Οπως εκείνοι που συνελάμβαναν τους κομμουνιστές και τόσους άλλους για τις ιδέες τους στο παρελθόν. Και σε ορισμένες «φωτισμένες» χώρες της Δύσης με ανάλογους «φωτισμένους» νόμους προσπαθούν να το κάνουν και τώρα.
Με τον νόμο αυτό ο κ. Ρουπακιώτης ανοίγει τον ασκό του Αιόλου κι έχουν κάθε δίκιο οι κριτικές που ακούγονται εκ δεξιών, απ’ τη Ν.Δ., και εξ αριστερών, απ’ το ΚΚΕ. Και απ’ τον ΣΥΡΙΖΑ, ελπίζω, όταν ξυπνήσει. Διότι βγάζει μόνος του με τα χέρια του τα μάτια του, όταν ξεπέφτει για μια ακόμα φορά σε μια ρεπούσια κανονιστική αντίληψη, που εκτός απ’ το σταλινικό της υπόβαθρο περί πολιτικώς ορθού, ανοίγει διάπλατα τον δρόμο για τη θεωρία των δύο άκρων.
Διότι, καλοί μου σύντροφοι, αν αυτό που είπε στα αστεία ο Ζίζεκ για τα γκουλάγκ εκληφθεί στα σοβαρά απ’ τον κ. Κεδίκογλου, με βάση τον νόμο Ρουπακιώτη ο Ζίζεκ θα πάει μέσα. Τη βλακεία μόνον η γελοιότητα μπορεί να τη νικήσει. Και στα μεν δικαστήρια η βλακεία απαλλάσσεται, στην πολιτική όμως η βλακεία σε καθιστά θύμα των αντιπάλων σου – δέστε πώς πανηγυρίζει όλο το «εκσυγχρονιστικό» σύστημα στην προοπτική ψήφισης ενός νόμου αλά Γκεϋσώ!
Η συζήτηση αυτή έχει ξαναγίνει. Με αφορμή τον νόμο Παπαϊωάννου. Και τον νόμο Καστανίδη. Τότε δυνάμεις που βρίσκονται μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ σήμερα, ήταν κατά του νόμου εκείνου. Τώρα; Βεβαίως, υπέρ τέτοιων νόμων ήταν τότε (μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ) και είναι σήμερα η ΔΗΜΑΡ. Δεν εκπλήσσομαι. Οι πρώην διωκόμενοι, όταν ήταν κι αυτοί κομουνιστές, ξέχασαν γρήγορα και υιοθέτησαν καθεστωτικές συμπεριφορές, ίσως από την πολλή συνάφεια με τους θύλακες της εξουσίας – είτε στα ΑΕΙ είτε στα ΜΜΕ και οπωσδήποτε πολύ πριν να γίνουν «κυβερνώσα αριστερά» μαζί με τον κ. Βορίδη, τον κ. Αδωνη Γεωργιάδη και πάντα υπό τη σκέπη του κ. Κεδίκογλου, της θεωρίας των άκρων και των κόκκινων γραμμών που πλύθηκαν με φύκια κι έγιναν δικολαβίες και πολιτικαντισμοί.
που πρόκειται για τον νόμο Μιλτιάδη Παπαϊωάννου (κι αργότερα Καστανίδη), εις ό,τι αφορά την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών ή αντιθέτως περί τη φραγή εναντίον ορισμένων απ’ αυτές, έστω για λόγους ανωτέρας βίας υπέρ του καλού και του ωφέλιμου.
Η Χρυσή Αυγή δεν αντιμετωπίζεται με νόμους, αντιμετωπίζεται με ιδέες και πολιτική. Οταν τα μέλη της διαπράττουν (επιρρεπή καθώς είναι στην αλητεία λόγω ρατσισμού) αξιόποινες πράξεις, να συλλαμβάνονται και να τιμωρούνται – νόμοι υπάρχουν και είναι επαρκέστατοι, αρκεί να εφαρμόζονται. Νόμοι, όπως ο νόμος Ρουπακιώτη, συνταχθέντες υπό το κράτος του φόβου της Χρυσής Αυγής (αν δεν συντάχθηκαν σκοπίμως για άλλους λόγους υπέρτερους) οδηγούν στο αντίθετο αποτέλεσμα απ’ αυτό που ευαγγελίζονται.
Ούτε υπό το κράτος του φόβου της Χρυσής Αυγής, ούτε υπό το κράτος των «εμπόρων αυτού του φόβου» μπορεί να λειτουργεί η δημοκρατία και να νομοθετεί η Βουλή. Αλλωστε, οι «έμποροι του φόβου», εν προκειμένω της Χρυσής Αυγής, είναι αυτοί που τον δημιούργησαν. Το μεν ΠΑΣΟΚ και η Ν.Δ. με τον τρόπο που διακυβέρνησαν, ορισμένοι δε θύλακοι μέσα στην Αριστερά διότι, αντιπαλεύοντας υπεράγαν τη Χρυσή Αυγή, όταν ακόμα σχεδόν δεν υπήρχε, αντλούσαν «αριστερή» νομιμοποίηση για τη σύμπλευσή τους με τον εκσυγχρονισμό.
Ο αντιφασισμός θέλει παλληκαριά. Δεν είναι θέμα «συνταγματικού τόξου» καθώς πονηρά μπουρδολογεί το ΠΑΣΟΚ για να ξεπλύνει μέσα από έναν εύκολο αντιφασισμό τις αμαρτίες του, είναι θέμα καθαρής πολιτικής στάσης των κομμάτων απέναντι στον φασισμό. Οχι βεβαίως με τον φασίζοντα τρόπο διακυβέρνησης των τριών κομμάτων, μέσω προεδρικών διαταγμάτων κι επιστρατεύσεων. Ούτε με φασίζοντες (κατά τα άλλα «αντιφασιστικούς») νόμους που διώκουν γνώμες ή ιδέες, αντί να διώκουν μόνον πράξεις. Οχι, η θεσμισμένη λογοκρισία ή ο εξαναγκασμός σε αυτολογοκρισία έχουν τόση σχέση με τη δημοκρατία, όσον ο φασισμός με την επί του Ορους ομιλία…
ΥΓ.: Πριν καν στεγνώσει η μελάνη των ως άνω, ο πολύς κ. Πάγκαλος ζήτησε τη φυλάκιση του κ. Τσίπρα για τα γελοία και κρύα αστεία Ζίζεκ. Είναι φανερό, ο νόμος Ρουπακιώτη δεν πρέπει να παραπεμφθεί στις ελληνικές καλένδες, αλλά να κατακρημνισθεί στα Τάρταρα.
Πηγή : Ἀντίβαρο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου